AddThis Smart Layers

welcome

Δευτέρα 10 Οκτωβρίου 2011

Τα είχε όλα σχεδιάσει -διήγημα δωρεάν- Τέταρτο μέρος


βρείτε το πρώτο μέρος στο 


το δεύτερο μέρος στο



το τρίτο μέρος στο 

Μέσα του βέβαια έκανε πολλά μπρος πίσω.
            Η πρώτη ημέρα πέρασε κάπως αργά, μεταφράζοντας κάποιες επιστολές που έμοιαζαν σαν μια απλή αλληλογραφία, άλλοτε φίλων, άλλοτε εραστών. Τίποτα το ενδιαφέρον. Ο 'Αλέξ άρχισε να πιστεύει ότι με κάποιο τρόπο θα μπορούσε να εξασκεί τα Ελληνικά του, χωρίς να το μαθαίνει κάνεις αλλά και να τρυπώνει στις ζωές των άλλων διαβάζοντας τα γράμματα.
            Στους γονείς του είπε ότι έπιασε μια απογευματινή δουλειά σαν δακτυλογράφος σε μια εταιρεία, γεγονός που τους καθησύχασε. Για λίγο μάλιστα σταμάτησαν και οι αναφορές για τις σπουδές. Μια νύχτα, τους άκουσε να σχολιάζουν ικανοποιημένοι πως επιτέλους ο γιος τους είχε μεγαλώσει και είχε πάρει την ζωή του στα σοβαρά. Πως είχε γίνει πιο εργατικός, μια και τώρα είχε δυο δουλειές και δεν περνούσε πολύ ώρα στο σπίτι. Φαντάζονταν, ότι μια μέρα θα μπορούσε να διεκδικήσει και μια καλή θέση σε αυτή την εταιρεία που όμως δεν είχαν δει ποτέ από κοντά.
            Έτσι λοιπόν τα απογεύματα, περνούσαν το ένα μετά το άλλο, διαβάζοντας απλές καθημερινές επιστολές. Τον Ιαν και την Ελέν τους έβλεπε μια δυο φόρες την ημέρα, όταν έρχονταν για να του δώσουν ένα καινούριο πάκο με χαρτιά και να πάρουν τα παλιά. Οι κουβέντες τους παρέμεναν στα διαδικαστικά και ο μισθός του ερχόταν κάθε Δευτέρα χωρίς καθυστέρηση, μέσα σε έναν κίτρινο φάκελο με μικρά χαρτονομίσματα. Ο Αλέξ πήγαινε κατευθείαν στο ΑΤΜ της τράπεζας και τα κατέθετε χωρίς δισταγμό. Τσέκαρε πάντα και το υπόλοιπο χωρίς όμως ποτέ να φεύγει ικανοποιημένος από το αποτέλεσμα. Πάντα του φαινόταν μικρό, αυτό μάλλον τον πείσμωνε περισσότερο αντί να τον απογοητεύει. Ήταν και αυτό το πείσμα που θα έλεγε κάνεις ότι ήταν και η μοναδική δύναμη που γνώριζε σίγουρα ότι είχε. Δεν γνώριζε βέβαια από που πήγαζε και ποτέ θα τον εγκατέλειπε αλλά ήξερε σίγουρα ότι ήταν εκεί από τότε που θυμόταν τον εαυτό του.
            Η δουλειά του σαν μεταφραστής άρχισε να του αρέσει όλο και πιο πολύ. Μερικές φορές μετρούσε και την ώρα για να πάει. Το παλιό κτίριο δεν του φαινόταν πιο τόσο άσχημο και η στενή ξύλινη σκάλα που οδηγούσε στο όροφο που εργαζόταν έμοιαζε σαν μουσειακό κομμάτι στα ματιά του. Πατώντας σε κάθε σκαλοπάτι τα βήματα του ακούγονταν πιο δυνατά και έκανα έναν μπάσο θόρυβο που ο Αλέξ φαινόταν να απολαμβάνει.
            Αυτό που δεν είχε καταλάβει ακόμα ήταν ο σκοπός που γίνονταν όλα αυτά. Γιατί να θέλει κάποιος να μεταφράζει στη Γαλλία γράμματα μεταξύ Ελλήνων. Η περιέργεια είχε αρχίσει να τον επισκέπτεται αργά και κάθε φορά που κάποιος έμπαινε στο δωμάτιο για να του ζητήσει κάτι, ερχόταν όλο και πιο κοντά στο να μιλήσει και να προσπαθήσει να εκμαιεύσει κάποια έστω πληροφορία για το τι γινόταν  εκεί. Η προσμονή να ξαναμπεί κάποιος στο στενό γραφείο και να του πιάσει την συζήτηση τον είχε κάνει πολύ παρατηρητικό. Παρατηρούσε όλους τους ήχους γύρω του και έδινε μεγάλη προσοχή σε κάθε τι που έπεφτε στην αντίληψη του. Σε λίγο καιρό μπορούσε να ξεχωρίσει τα βήματα της Ελέν ανάμεσα σε πολλά, και κάθε φορά που τα άκουγε προετοίμαζε ένα διάλογο με δεκάδες ερωτήσεις, που ποτέ δεν έκανε. Πρόβαρε τα λόγια του σαν ηθοποιός πριν την πρεμιέρα κάθε πρωί, υποσχόμενος στον εαυτό του ότι εκείνη θα ήταν και η ημέρα να τα πει επιτέλους. Φεύγοντας το βράδυ από το γραφείο έδινε στον εαυτό του ακόμα μια ήμερα παράταση για να ξαναπροσπαθήσει.
            Κάποιες από τις  πληροφορίες που ήθελε να μάθει τελικά ήρθαν μια ημέρα που είχε σταματήσει να προσπαθεί. Είχαν περάσει κιόλας έξι μήνες από εκείνη την ημέρα που είχε απαντήσει στην αγγελία όταν τον επισκέφτηκε η Ελέν στην πρωινή εργασία του. Πλησίασε κοντά του και χαμηλόφωνα αλλά αρκετά επιτακτικά του ζήτησε να κάνει ένα διάλλειμα και να καθίσει μαζί της.
“ Ήρθα να σου πω ότι η συνεργασία μας πρέπει να σταματήσει” του είπε πριν ακόμα καλά καθίσει.
“ Μα γιατί υπάρχει κάποιο παράπονο;” απάντησε ταραγμένος ο Άλεξ.
Οι υπόλοιποι θαμώνες φάνηκαν να κοιτούν περίεργα τους δυο τους, μη γνωρίζοντας πως είχαν αναπτύξει τόση οικειότητα.
“Έχεις αναρωτηθεί ποτέ τι είναι όλες αυτές οι επιστολές που μεταφράζεις”
“Εγώ απλά κάνω τη δουλειά μου” μουρμούρισε ο ίδιος κάνοντας τον αδιάφορο.
Η 'Ελέν αγνοώντας την απάντηση αυτή του εξήγησε πως όλος αυτός ο καιρός ήταν κάποιο τεστ για εκείνον. Ένα τεστ για το αν θα μπορούσαν να τον εμπιστευτούν. Όλη αυτή η δουλεία δεν σήμαινε τίποτα παραπάνω από μια δοκιμή όχι μόνο για το αν μπορεί να κάνει σωστές μεταφράσεις αλλά και για το αν μπορεί να κρατάει το στόμα του κλειστό.
“ θα συνεχίσουμε κάποια άλλη στιγμή” είπε η γυναίκα και μάζεψε τα πράγματα της για να φύγει.
“ και μην έρθεις το απόγευμα, να περιμένεις τηλέφωνο μου” συμπλήρωσε.
            Ο Άλεξ πάγωσε, ήθελε να τη σταματήσει για να προλάβει να πει όλα αυτά που ήθελε αλλά τα λόγια της τον είχαν σοκάρει. Δεν ήξερε τι τον είχε προβληματίσει περισσότερο, η αλλαγή της ρουτίνας, οι ενοχές του πως μπορεί να είχε κάνει κάτι που να του στερούσε την δουλεία του ή η αγωνία του για το αν τελικά είχε περάσει αυτό το τεστ. Για έναν περίεργο λόγο το μόνο συναίσθημα που δεν ένοιωθε ήταν φόβος. Σαστισμένος όπως ήταν σηκώθηκε για να επιστρέψει στα καθήκοντα του. Ο ιδιοκτήτης ξεκίνησε να τον κοροϊδεύει λέγοντας του πως κάτι θα είχε κάνει λάθος για να τον αφήνει μια τόσο ωραία γυναίκα.
            Όταν τελικά επέστρεψε στο σπίτι οι γονείς του απόρησαν που τον είδαν τόσο νωρίς να επιστρέφει σπίτι. Πρόλαβε όμως να δικαιολογηθεί λέγοντας πως θα γινόταν κάποια ανακαίνιση στην εταιρεία και αναγκαστικά θα σταματούσε να λειτουργεί για μερικές ημέρες. Μέρα με την ημέρα ένοιωθε κάποια ψήγματα απογοήτευσης, ήταν από τις λίγες φορές που είχε ρισκάρει να κάνει κάτι που να φεύγει από τα συνηθισμένα και τα πράγματα δεν του είχαν πάει όπως τα περίμενε. Όσο το τηλεφώνημα αργούσε να έρθει τόσο το συναίσθημα αυτά εντείνονταν. Δεν είχε όμως τολμήσει να μιλήσει σε κανέναν για αυτή του την εμπειρία. Ένας από τους λόγους ήταν όσα είχε ακούσει περί δοκιμής και κλειστού στόματος.
            Ένα πρωί και καθώς απολάμβανε τον πρωινό ύπνου στο ρεπό του άκουσε κάποιον να χτυπάει το τζάμι της εξώπορτας. Όταν σηκώθηκε για να δει ποιος είναι παρατήρησε τις σκιές δύο αντρών που μάλλον φορούσαν καπέλο. Την ίδια κιόλας στιγμή και πριν προλάβει να ανοίξει χτύπησε το τηλέφωνο. Στο ακουστικό ήταν ο Ιαν. “ Θα σε επισκέπτου δύο αστυνομικοί” είπε χωρίς καν να χαιρετήσει. “ Θα σου κάνουν ερωτήσεις για εμάς” συνέχισε
“ Δεν θα πεις και δεν θα πιστέψεις τίποτα από όσα σου πουν, να είσαι προετοιμασμένος να σε πάρουν μαζί τους και να σου κάνουν ερωτήσεις, μην φοβηθείς δεν μπορούν να σου κάνουν τίποτα παραπάνω” είπε με σιγουριά και έκλεισε το τηλέφωνο.
Πλησιάζοντας προς την πόρτα είχε σιγουρευτεί ότι όντως είχε να κάνει με την αστυνομία. Τα λόγια του Ιαν είχαν δουλέψει καθησυχαστικά για εκείνον. Στο κατώφλι τον περίμεναν δυο άντρες της ασφάλειας ντυμένοι με τις στολές τους και ασυνήθιστα πολλά γαλόνια. Του έδειξαν κάποιες φωτογραφίες, ανάμεσα τους και αυτές της Ελέν και τον ρώτησαν αν μπορούσε να αναγνωρίσει κάποιον ή κάποια από αυτούς, τονίζοντας του ότι τα πράγματα ήταν πολύ σοβαρά. 
free, e book,

συνεχίζεται.....το πέμπτο μέρος στο

http://psychologosgr.blogspot.com/2011/10/blog-post_14.html


Δεν υπάρχουν σχόλια: